Το Παγκόσμια Συμβούλιο Αιολικής Ενέργειας(G.W.E.C.), του οποίου η ΕΛΕΤΑΕΝ είναι μέλος, παρουσίασε την έκθεση του γα την παγκόσμια αγορά αιολικής ενέργειας. Σύμφωνα με το GWEC η παγκόσμια εγκατεστημένη αιολική ισχύς σχεδόν θα διπλασιαστεί τα επόμενα 5 χρόνια, με ηγέτιδα την Κίνα αλλά και τις ΗΠΑ.
Η παγκόσμια εγκατεστημένη αιολική ισχύς στο τέλος του 2015 ήταν 433 (GW), και προβλέπεται ότι το 2020 θα έχει αγγίξει τα 792 GW, καθώς οι χώρες θα αναπτύσσουν περισσότερο τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας για να επιτύχουν τους στόχους μείωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Τον Δεκέμβριο στο Παρίσι σχεδόν 200 χώρες πέτυχαν μια ιστορική συμφωνία μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από το 2020, με στόχο την συγκράτηση της ανόδου της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από 2 βαθμούς Κελσίου.
Ο Steve Sawyer, Γ. Γραμματέας του GWEC δήλωσε «Η συμφωνία του Παρισιού απαιτεί το 2050, αν όχι νωρίτερα, ένα ενεργειακό σύστημα μηδενικών εκπομπών, άνθρακα αν είναι να συγκρατηθεί η άνοδος της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από 2 βαθμούς Κελσίου από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Οι Α.Π.Ε. με πρώτη την αιολική ενέργεια το 2015, ωρίμασαν και οδηγούν την μετατροπή του ενεργειακού κλάδου. Η Αιολική Ενέργεια είναι πλέον μια βασική μορφή ενέργειας, η οποία παρέχει ανταγωνιστική, αξιόπιστη και καθαρή ενέργεια που τροφοδοτεί την οικονομική ανάπτυξη, μειώνει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, νέες βιομηχανίες και ενισχύει την ενεργειακή ασφάλεια.»
Σύμφωνα με την έκθεση αναδυόμενες αγορές υπάρχουν στην Αφρική, Ασία και Λατινική Αμερική. Στην Ασία εκτός από την Κίνα, αναμένεται ανάπτυξη σε Ινδονησία, Βιετνάμ, Φιλιππίνες, Πακιστάν και Μογγολία.
Σε αυτήν την παγκόσμια κοσμογονία μετάβασης σε ένα καθαρό ενεργειακό μοντέλο, το οποίο παράλληλα με την αναχαίτιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, συμβάλλει σε οικονομική ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας, η απουσία της πατρίδας του Αίολου, εξακολουθεί να προκαλεί αρνητικές εντυπώσεις. Στην Ελλάδα οι Α.Π.Ε. εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται σαν μια ανεπιθύμητη παρενέργεια και υπάρχει τάση συρρίκνωσης και όχι ανάπτυξης, που οφείλονται στην απουσία πολιτικής βούλησης και στην έλλειψη οραματικού μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού.