Ύστερα από μια περίοδο μακράς αναμονής, κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου του ΥΠΕΝ με τον κατά τα ειωθότα μακροσκελή τίτλο: «Διατάξεις για την απλοποίηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων και την προστασία του περιβάλλοντος, επείγουσες δασικές, χωροταξικές και πολεοδομικές διατάξεις, θέσπιση πλαισίου για την ανάπτυξη των Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και ζητήματα κυκλικής οικονομίας». 

Μεταξύ των λοιπών διατάξεων, στο Κεφάλαιο Η΄ του Ν/Σ (διατάξεις 70–85) εντίθενται οι βασικοί άξονες για το σχεδιασμό και την ανάπτυξη της δραστηριότητας των Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων (ΥΑΠ), σύμφωνα με τον ενεργειακό και χωροταξικό σχεδιασμό και τους στόχους της χώρας, ως αυτοί αποτυπώνονται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).

Ως φορέας ΥΑΠ, σύμφωνα με το άρθρο 71 του Ν/Σ, ορίζεται η ΕΔΕΥ Α.Ε., πλέον ΕΔΕΥΠ Α.Ε., ήτοι η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε., η οποία επιφορτίζεται με τη διαχείριση των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης Έργων ΥΑΠ και την εκπόνηση τεχνικών μελετών, μέσω των οποίων θα οριοθετούνται οι Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης ΥΑΠ (ΠΟΑΥΑΠ) στις οποίες θα αναπτυχθούν Έργα ΥΑΠ έως το έτος 2030, θα καθορίζονται οι όροι ανάπτυξης των έργων και θα εκτιμάται η ελάχιστη και μέγιστη ισχύς τους. Για τον τελικό καθορισμό των ΠΟΑΥΑΠ, της εγκαταστημένης ισχύς και των ορίων ισχύος ανά περιοχή, το άρθρο 73 παρ. 6 έως 8 του Σχ/Ν καταλείπει ευρεία νομοθετική εξουσιοδότηση για τη σχετική ρύθμιση με προεδρικό διάταγμα. 

Κατ’ αρχάς, η επιλογή από τον νομοθέτη της ΕΔΕΥ για την επιτέλεση του εν λόγω κομβικού ρόλου αποτιμάται θετικά. Για τους γνωρίζοντες τα δεδομένα της ελληνικής ενεργειακής αγοράς, αλλά και τη στελέχωση της ΕΔΕΥ, η επιλογή ενός υφισταμένου νομικού προσώπου που έχει εξειδικευμένο στελεχιακό δυναμικό και γνώση των δεδομένων παρουσιάζει σαφή πλεονεκτήματα έναντι της πιθανής εναλλακτικής να συνεστήνετο εκ του μηδενός εξαρχής ένας φορέας, στον οποίο θα ανετίθεντο οι εν λόγω αρμοδιότητες. 

Κατά τα λοιπά, προκειμένου οι επενδυτές να προβούν στη διενέργεια ερευνών και στην εκπόνηση τεχνικών μελετών και μετρήσεων, απαιτείται, κατά το άρθρο 74 του Ν/Σ η χορήγηση Άδειας Έρευνας ΥΑΠ. Οι ελάχιστες προϋποθέσεις που τίθενται ως προς την επαγγελματική και τεχνική ικανότητα είναι: α) αποδεδειγμένη ή δάνεια εμπειρία κατά τα τελευταία δέκα (10) έτη στην ανάπτυξη και τη λειτουργία Έργων ΥΑΠ, εκ των οποίων ενός κατ’ ελάχιστον Έργου ΥΑΠ ισχύος εκατό (100) MW και β)  αποδεδειγμένη ή δάνεια εμπειρία λειτουργίας και συντήρησης έργων ΥΑΠ ισχύος μεγαλύτερης των είκοσι πέντε (25) MW. Σημειωτέα εν προκειμένω είναι τα εξής: Αφενός ο σημαντικός περιορισμός του κύκλου των ενδιαφερόμενων επενδυτών μέσω της προϋπόθεσης της δεκαετούς εμπειρίας, η οποία, όπως αναδείχθηκε και από τα σχόλια που κατατέθηκαν στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, θα μπορούσε να υποκατασταθεί από την πιστοποίηση τεχνολογίας από έναν παγκοσμίως αναγνωρισμένο φορέα περί της ικανότητας και τεχνολογικής επάρκειας του επενδυτή, αφετέρου η ανυπαρξία πρόβλεψης για τη διαφοροποίηση τόσο των επιμέρους τεχνολογιών ΥΑΠ –ήτοι των τεχνολογιών σταθερής έδρασης και των πλωτών ΥΑΠ– όσο και των επιμέρους τομέων δραστηριότητας –ήτοι της κατασκευής και της λειτουργίας των εν λόγω έργων. Μάλιστα, έως σήμερα στη διεθνή πρακτική η ισχύς των εγκατεστημένων πλωτών ΥΑΠ τείνει να μην υπερβαίνει τα 85–90 MW (δεδομένο το οποίο, ωστόσο, εκτιμάται ότι θα αλλάξει στα επόμενα έτη). Αναφορικά με τη χρηματοοικονομική και οικονομική επάρκεια, οι ελάχιστες απαιτούμενες προϋποθέσεις είναι: α) ετήσιος κύκλος εργασιών του φυσικού ή νομικού προσώπου ή των μετόχων και των συνδεδεμένων μερών αυτού, οπότε και λαμβάνεται υπόψη ο αθροιστικός κύκλος εργασιών, ο οποίος είναι μεγαλύτερος των δύο δισεκατομμυρίων ευρώ (2.000.000.000€) για ένα τουλάχιστον έτος εντός των τριών τελευταίων ετών (στην περίπτωση μετόχων εταιρειών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εταιρειών επιχειρηματικών συμμετοχών –funds– κατά τον υπολογισμό του ως άνω αθροίσματος δύναται να λαμβάνεται εναλλακτικά υπόψη το σύνολο των κεφαλαίων που οι εταιρείες αυτές διαχειρίζονται), β) αναλογία ιδίων προς δανειακών κεφαλαίων μεγαλύτερή του είκοσι τοις εκατό (20%), και γ) υποβολή της εγγυητικής επιστολής ύψους δέκα χιλιάδων ανά μεγαβάτ (10.000€/MW) βάσει της μέγιστης ισχύος Έργων ΥΑΠ που δύνανται να εγκατασταθούν σε κάθε ΠΟΑΥΑΠ. 

Σημαντικότατους προβληματισμούς στην αγορά εγείρει εδώ η υποχρέωση σωρευτικής συνδρομής των εν λόγω προϋποθέσεων και το ύψος του απαιτούμενου κύκλου εργασιών. Η λελογισμένη στάθμιση σε σχέση με την ανάγκη προσέλκυσης μεγάλων παικτών εν προκειμένω είναι μεν θεμιτή, τα τεθέντα όρια εντούτοις εν σχέσει με τα χαρακτηριστικά των φορέων που δύνανται να συμμετάσχουν στη διαδικασία χορήγησης Άδειας Έρευνας ΥΑΠ τοις πράγμασι συστέλλουν τις δυνατότητες λειτουργικού ανταγωνισμού. Λαμβανομένης υπόψη της διεθνούς εμπειρίας, το ύψος του ετήσιου κύκλου εργασιών θα μπορούσε να καθορίζεται κατ’ αναλογία προς τη συνολική ισχύ ή τον προϋπολογισμό του έργου με απόφαση του Φορέα ΥΑΠ.

Ακολούθως, στο άρθρο 77 περιγράφεται η ανταγωνιστική διαδικασία επιλογής Επενδυτή ΥΑΠ που διενεργεί η ΡΑΕ μέσω της προκήρυξης υποβολής προσφορών για τη χορήγηση λειτουργικής ενίσχυσης στις Περιοχές Εγκατάστασης ΥΑΠ για τις οποίες έχει εκδοθεί Άδεια Ερευνών, με αποκλειστικό κριτήριο τη χαμηλότερη τιμή προσφοράς. Ο κάθε συμμετέχων υποβάλλει διακριτές προσφορές για κάθε Περιοχή Εγκατάστασης ΥΑΠ που βρίσκεται εντός της ΠΟΑΥΑΠ που έχει λάβει Άδεια Έρευνας και για την οποία επιθυμεί την εγκατάσταση του Έργου. Τα Έργα ΥΑΠ που εντάσσονται σε καθεστώς στήριξης υπό τη μορφή λειτουργικής ενίσχυσης συνάπτουν Σύμβαση Λειτουργικής Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης (ΣΕΔΠ) ισχύος είκοσι (20) ετών. Λαμβανομένης υπόψη και της διεθνούς πρακτικής, για τη χορήγηση λειτουργικής ενίσχυσης θα ήταν σκόπιμο να απαιτείται η συνδρομή περαιτέρω κριτηρίων, πλέον της χαμηλότερης τιμής ανά μεγαβατώρα, όπως π.χ. κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, περιβαλλοντικά κριτήρια και επενδυτικά κριτήρια. Επίσης, για την αξιολόγηση της βαρύτητας των εν λόγω κριτηρίων θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη αν πρόκειται για ΥΑΠ σταθερής έδρασης ή πλωτά ΥΑΠ καθώς και αν πρόκειται για Έργο ΥΑΠ διασυνδεδεμένο με το ΕΣΜΗΕ ή όχι.  

Εκ των προεκτεθέντων καθίσταται σαφές ότι το εν λόγω μοντέλο αδειοδότησης συνεπάγεται μια μεγάλη περίοδο αβεβαιότητας για τους επενδυτές με αυξημένο οικονομικό ρίσκο. Τούτο διότι οι εταιρείες που ενδιαφέρονται να υλοποιήσουν έργα ΥΑΠ θα πρέπει να εισέλθουν σε μια μακροχρόνια και πολυδάπανη διαδικασία μελετών και προπαρασκευαστικών ενεργειών, προκειμένου να είναι σε θέση να καταθέσουν πρόταση προσφοράς για την ανταγωνιστική διαδικασία και μάλιστα για πλείονα σημεία ενδιαφέροντος, χωρίς, ωστόσο, να εξασφαλίζεται αποκλειστικό δικαίωμα σε ορισμένη ΠΟΑΥΑΠ ή Περιοχή Εγκατάστασης ΥΑΠ πριν από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής. Οι ως άνω προβλέψεις σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα των μετρήσεων στις οποίες θα προβούν οι κάτοχοι Άδειας ή Αδειών Έρευνας ΥΑΠ και των μελετών τις οποίες θα εκπονήσουν σε μία ή περισσότερες ΠΟΑΥΑΠ, καθιστούν ακόμη επαχθέστερη για τους επενδυτές την απαγόρευση μεταβίβασης της Άδειας Έρευνας σε έτερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ως τούτη θεσπίζεται στο άρθρο 75 παρ. 7 του Ν/Σ. Η εν λόγω απαγόρευση κρίνεται ιδιαιτέρως δεσμευτική και περιοριστική του δικαιώματος οικονομικής εκμετάλλευσης ενός περιουσιακού δικαιώματος, όπως η Άδεια Έρευνας ΥΑΠ, για την απόκτηση του οποίου ο δικαιούχος έχει καταβάλει χρηματικά ποσά έναντι διοικητικής φύσεως παραβόλων και εκδοθεισών εγγυητικών επιστολών, έχοντας εν συνεχεία δαπανήσει και επενδύσει σημαντικής εντάσεως κεφάλαια για τη διενέργεια των απαιτούμενων εργασιών, ήτοι ερευνών, μελετών και μετρήσεων. Άλλωστε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 11 και 19 Ν. 4685/2020 και τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 25 του Κανονισμού Βεβαιώσεων Παραγωγού Ηλεκτρικής Ενέργειας Ειδικών Έργων ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, επιτρέπεται ρητώς, κατά μείζονα λόγο, η μεταβίβαση από τον κάτοχο Βεβαίωσης ή Βεβαίωσης Ειδικού Έργου του εν λόγω περιουσιακού δικαιώματος προς έτερο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, κατόπιν υποβολής κοινού αιτήματος του κατόχου και του υποψηφίου αποκτώντος. Θα ήταν σκόπιμο το Ν/Σ να προβλέπει, κατ’ ελάχιστον, τη ρητή δυνατότητα μεταβίβασης–εκχώρησης της Άδειας Έρευνας ΥΑΠ από τον κάτοχο αυτής, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, προς έτερο νομικό πρόσωπο, στο κεφάλαιο του οποίου θα μετέχει κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), ως μέτοχος ή εταίρος κατά περίπτωση, ο κάτοχος της Άδειας Έρευνας.  

Εν συνεχεία, στο άρθρο 78 του Ν/Σ σχετικά με την αδειοδοτική ωρίμανση των Έργων ΥΑΠ προβλέπεται ότι ο Επενδυτής ΥΑΠ υποβάλλει στον Φορέα Αδειοδότησης ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ αίτηση για χορήγηση Βεβαίωσης Παραγωγού Ειδικών Έργων, σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 4685/2020 και τον Κανονισμό Βεβαιώσεων Παραγωγού. Με απόφαση του Φορέα Αδειοδότησης ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, που εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης χορηγείται στον Επενδυτή ΥΑΠ Βεβαίωση Παραγωγού Ειδικών Έργων για χρονικό διάστημα μέχρι τριάντα (30) έτη, η οποία μπορεί να ανανεώνεται μέχρι ίσο χρόνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόβλεψη περί θέσης του Έργου ΥΑΠ σε λειτουργία το αργότερο εντός έξι (6) ετών από την ημερομηνία διενέργειας της ανταγωνιστικής διαδικασίας –διάταξη η οποία είχε κατακριθεί για τη στενή προθεσμία που τάσσει– τελικώς (ορθώς) απαλείφθηκε. Ούτως ή άλλως, δικαιοκρατικά ορθό είναι, νομοθετικά προβλεπόμενα χρονοδιαγράμματα να παρατείνονται σε περίπτωση καθυστερήσεων για λόγους που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του υποψήφιου επενδυτή. 

Tο άρθρο 84 του Ν/Σ προβλέπει την έκδοση υπουργικής απόφασης σχετικά με τον καθορισμό «ειδικών ζητημάτων», όπως το χρονοδιάγραμμα πραγματοποίησης των ανταγωνιστικών διαδικασιών, η ανώτατη/κατώτατη επιτρεπόμενη τιμή προσφοράς για κάθε ανταγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών, ο χρονικός ορίζοντας θέσης σε λειτουργία των έργων των επιλεγέντων Έργων ΥΑΠ και τα όρια ισχύος τους. Επισημαίνεται, δε, ότι το Ν/Σ παραλείπει να ρυθμίσει ποιο θα είναι εφεξής το καθεστώς των ήδη υφιστάμενων αδειών, καθώς και των αιτήσεων που έχουν ήδη υποβληθεί με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις.

Στο πλαίσιο της σύντομης δημόσιας διαβούλευσης που προηγήθηκε, διατυπώθηκαν σημαντικές παρατηρήσεις από εγχώριους και διεθνείς φορείς και παίκτες της αγοράς. Ασαφές είναι εντούτοις αν αυτές κατέστη εφικτό να ληφθούν υπόψη κατά τη διαμόρφωση της τελικής μορφής του Ν/Σ όπως αυτό κατατέθηκε εν τέλει στη Βουλή. Από την άλλη πλευρά, θετικά αποτιμάται η επίσπευση, μετά από σημαντικότατο διάστημα αναμονής, της διαδικασίας θέσπισης ενός, έστω και συνοπτικού, νομοθετικού πλαισίου για την εκκίνηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας κατασκευής πλωτών αιολικών πάρκων στη χώρα μας. Ιδιαίτερης προσοχής πάντως, τόσο από τους ενδιαφερόμενους επενδυτές όσο και από τους τεχνικοοικονομικούς και νομικούς τους συμβούλους, χρήζει η ευρεία εμπεριεχόμενη νομοθετική εξουσιοδότηση, ήτοι η απαίτηση, απουσία μάλιστα σαφών χρονοδιαγραμμάτων, για έκδοση επτά (7) υπουργικών αποφάσεων και ενός (1) προεδρικού διατάγματος (!), που καταλείπεται για την εφαρμογή των επίμαχων διατάξεων.

Κρίσιμη είναι σε κάθε περίπτωση η πολύπλευρη αποτίμηση, στην οποία και θα επανέλθουμε, που οφείλει να ακολουθήσει την ψήφιση του τελικώς θεσπισθησομένου πλέγματος νομοθετικών διατάξεων μετά την ολοκλήρωση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας.https://energypress.gr/news/oi-krisimes-parametroi-toy-katatethentos-pros-psifisi-shedioy-nomoy-gia-ta-yperaktia-aiolika